Σάββατο, 27 Απριλίου 2024, 23:41:52

ΑΛΛΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Αφιέρωμα στο "Forbidden" των Black Sabbath

Όλοι μας έχουμε ακούσει κάποιους δίσκους που μας έχουν στιγματίσει και μας έχουν μείνει αξέχαστοι. Μπορεί να είναι κλασσικοί δίσκοι ή και δίσκοι οι πέρασαν απαρατήρητοι για τους περισσότερους, αλλά για εμάς σίγουρα όχι. Όταν ακούς το όνομα Black Sabbath σίγουρα σου έρχονται πολλά κομμάτια και δίσκοι, αλλά προφανώς σπάνια θα σου έρθει στο νου το “Forbidden”. Για τους περισσότερους αποτελεί τη χειρότερη στιγμή τους, για άλλους το κλείσιμο μιας ιδιαίτερης περιόδου για αυτούς και άλλοι το λατρεύουν.

Σίγουρα έχει αποκτήσει μια cult υπόσταση αυτός ο δίσκος για τους οπαδούς των Sabbath. Για μένα έχει ιδιαίτερη αξία, γιατί ήταν ο πρώτος δίσκος τους που άκουσα. Μου τον είχε δώσει μια ξαδέρφη μου και ακόμα θυμάμαι την εντύπωση που μου είχε κάνει το εξώφυλλο του. Ας ξεκινήσουμε όμως από την αρχή τα πράγματα ώστε να μπούμε λίγο στο κλίμα της τότε εποχής των πατέρων του metal. Βρισκόμαστε τέλη 1994 και οι Black Sabbath έχουν μόλις τελειώσει τη περιοδεία τους για το “Cross Purposes”, έχοντας στη σύνθεση τους τα 3 από τα μέλη του κλασσικού line up τους(Iommi,Butler,Ward)  τον Tony Martin στα φωνητικά και τον Geoff Nicholls στα πλήκτρα. Είναι η δεύτερη περίοδο με τον Martin και τα πράγματα είναι λίγο ιδιαίτερα για το συγκρότημα. Μουσικά όλα είναι καλά. To “Cross Purposes” είναι ένας καλός δίσκος και η απόδοση της μπάντας μια χαρά. Όμως η αντιμετώπιση του κόσμου δεν είναι η ίδια όπως παλιά. Πλέον παίζουν μπροστά σε λιγότερο κόσμο και οι πωλήσεις μικρότερες. Σε αυτό ευθύνεται κυρίως η εποχή και όχι το ίδιο το συγκρότημα. Τα 90s ήταν μια δύσκολη περίοδος για το μεγαλύτερο κομμάτι του metal. To grunge μεσουρανούσε, το hardcore ήταν στην ακμή του και είδη σαν το nu-metal και industrial άρχισαν να βγαίνουν στη φόρα και να προσελκύουν περισσότερο τον κόσμο και της εταιρίες. Ήταν κάτι αντίστοιχο με το κίνημα του punk στα τέλη του 70. Επίσης το συγκρότημα είχε πρόβλημα με την δισκογραφική εταιρία η οποία δεν έκανε και τις καλύτερες κινήσεις για την προώθηση τους. Όλα αυτά μαζί με το φάντασμα του Ozzy να πλανάτε και με τα αρχικά μέλη να θέλουν τη πολυπόθητη επανένωση της αρχικής σύνθεσης προκλήθηκαν αρκετές προστριβές. Το αποτέλεσμα άλλη μια αλλαγή μελών. Ο Iommi άλλη μια φορά θα πρέπει να αποδείξει της ηγετικές του ικανότητες και να σώσει τη κατάσταση. Έχοντας πάντα κοντά του τον χρόνια συμπαραστάτη του και πολυεργαλείο Geoff Nicholls και τον πάντοτε έμπιστο Tony Martin θα αντικαταστήσει τους Butler – Ward με τους Murray-Powell και έτσι έχουμε μια επανένωση της θρυλικής TYR εποχής. Ωραία λοιπόν τα μέλη βρέθηκαν, τώρα έπρεπε να βρεθεί και η μουσική κατεύθυνση του δίσκου. Ο ήχος που είχαν μέχρι πρόσφατα έδειχνε να μην έχει ιδιαίτερη απήχηση στους νέους ακροατές και μια αλλαγή τελείως θα προκαλούσε ρήξη με τους hardcore fans. Οι οπαδοί της Ozzy και Dio εποχής είχαν ήδη φύγει, η Tony Martin εποχή αν και είχε να επιδείξει εξαιρετικούς δίσκους, μόνο εμπορικά πετυχημένη δεν μπορεί να θεωρηθεί. Όλα αυτά μαζί με την αλλαγή της στάσης του κόσμου και των εταιρειών προς τα πιο κλασσικά metal είδη, προκαλεί ασφυκτικές πιέσεις στο συγκρότημα και ειδικά στον Iommi που είναι ο βασικός μουσικοσυνθέτης. Η λύση που επιλέχθηκε θεωρητικά ήταν μια χρυσή τομή. Από τη μια οι συνθέσεις θα είχαν την κλασσική χροιά του συγκροτήματος και από την άλλη η παραγωγή του ήχου θα έχει μια πιο μοντέρνα προσέγγιση. Παραγωγός του νέου δίσκου επιλέχθηκε ο Ernie C που ήταν γνωστός από τους Body Count. Η επιλογή του έδειχνε την πορεία που ήθελε να ακολουθήσει ο Iommi, αλλά τα πράγματα θα εξελιχθούν τελείως διαφορετικά από ότι ήλπιζε. Οι συνθέσεις αποφασίστηκε να ηχογραφηθούν με ένα πιο ξερό ήχο και να είναι πιο επιθετικές αλλά πιο απλοϊκές από ότι ο προκάτοχος του. Ένα δηλαδή αντίστοιχο του “No praying for the dying” των Iron Maiden. Όλα OK μέχρι εδώ. Οι ηχογραφήσεις κυλούσαν πολύ γρήγορα. Οι συνθέσεις γράφονταν με ταχύτατο ρυθμό και ο Tony Martin σχεδόν τραγουδούσε τους στίχους επιτόπου χωρίς να τους έχει γράψει πριν. Η διαδικασία έμοιαζε με την ηχογράφηση του τραγουδιού “Paranoid” που έγινε αυθόρμητα και χωρίς καμία προεργασία. Είναι ίσως η πιο χύμα ηχογράφηση δίσκου που έχουν κάνει. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η συνθέσεις είναι κακιές. Μπορεί ο τρόπος που τραγούδησε ο Martin να μην άρεσε σε κάποιους και οι περισσότερες συνθέσεις να έχουν μια πιο απλοϊκή δομή, όμως τα κομμάτια είναι αρκετά καλά. Αν ακούσετε τα demo από τις κασσέτες του Powell θα καταλάβετε καλύτερα πώς ήταν οι αρχικές ηχογραφήσεις και το πλάνο που είχε η μπάντα για το νέο δίσκο που φημολογείται ότι αρχικά θα ονομαζόταν “The Illusion of power”. Εδώ όμως αρχίζουν τα ευτράπελα. Επιλέχθηκε να κάνει guest φωνητικά ο ράπερ Ice T, γνωστός του Ernie C από τους Body Count, στο κομμάτι “The Illusion of power”, κάτι που γίνεται πρώτη φορά σε τραγούδι των Black Sabbath. Λέγετε ότι η επιλογή αυτή ήταν του Ernie C και της Irs records, της δισκογραφικής τους, η οποία στην ουσία απέκλεισε το συγκρότημα από την ολοκλήρωση του δίσκου, μετά τις ηχογραφήσεις των κομματιών, κάνοντας διάφορες επεμβάσεις στο τελικό αποτέλεσμα χωρίς της έγκριση τους. Η παραγωγή του ήχου αλλοίωσε αρκετά το δίσκο. Ο Ernie C ακολούθησε μια πιο τραχιά προσέγγιση του ήχου, χρησιμοποιώντας περισσότερο μπάσο, ανεβάζοντας τις κιθάρες και θάβοντας κατά μεγάλο μέρος τα ντράμς, δημιουργώντας ένα σκοτεινό μεν αλλά τελείως διαφορετικό ήχο από αυτόν που είχε στο νου του το συγκρότημα. Η παραγωγή του ήχου είχε το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για τη κακιές κριτικές που ακολούθησαν και συνεχίζουν ακόμα. Η επιλογή του εξωφύλλου ήταν επίσης ένα μελανό σημείο. Ο καρτουνίστικος χαρακτήρας του (είχε τοποθετηθεί και ο ήρωας Ogri μαζί με τα μέλη του συγκροτήματος) ήταν άλλος ένας λόγος και μαζί με την κάκιστη προώθηση του από την δισκογραφικής τους ήταν η ταφόπλακα του “Forbidden”. Το videoclip του “Get a grip” στο οποίο πρωταγωνιστεί ο Ogri και ήταν όλο animation, δεν καλυτέρευσε τα πράγματα, αλλά μάλλον τα χειροτέρευσε περισσότερο. Μιάς και ανάφερα το συγκεκριμένο κομμάτι, αξίζει να σημειωθεί ότι το βασικό του riff ακούστηκε για πρώτη φορά στις πρόβες για το “Dehumanizer” το 1991. Ο δίσκος κυκλοφόρησε το 1995 και δυστυχώς δεν κάλυψε τις προσδοκίες του συγκροτήματος, αλλά δυσκόλεψε ακόμα περισσότερο τα πράγματα. Άσχημες κριτικές, χαμηλές πωλήσεις, λίγος κόσμος στις συναυλίες και ακόμη χειρότερες σχέσεις με τη δισκογραφική τους, άρχισαν να προμηνύουν το αναπόφευκτο. Οι Black Sabbath πλέον είχαν φτάσει σε ένα σημείο που πλέον δεν υπήρχε μέλλον. Ειδικά με τις συγκεκριμένες συνθήκες. Ο Iommi που σήκωσε στους ώμους του το μεγαλύτερο βάρος τα τελευταία δεκαέξι χρόνια (από την αποχώρηση του Ozzy το 1979), πλέον αντιλαμβάνεται ότι η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να προχωρήσει άλλο και μόνο μία επανένωση της κλασσικής σύνθεσης θα μπορούσε να σώσει τη κατάσταση, κάτι που θα γινόταν 2 χρόνια αργότερα. Το ίδιο σκηνικό ακριβώς έγινε και με τα άλλα δύο ιερά τέρατα τους Iron Maiden και τους Judas Priest, την ίδια εποχή κιόλας. Η περιοδεία του δίσκου χαρακτηρίστηκε από την πολύ καλή απόδοση του συγκροτήματος, αλλά την μικρή απήχηση του κόσμου σε σύγκριση με το όνομα τους και την πορεία τους. Υπήρξε και άλλη μία αλλαγή στη σύνθεση, με τον Rondinelli να αντικαθιστά τον Powell στη μέση της περιοδείας.Το τέλος της σήμανε και τη διάλυση τους, καθώς και τον τέλος της ωραίας και ιδιαίτερης εποχής των Black Sabbath με τον Tony Martin, έναν από τους πιο αδικημένους μουσικούς στην ιστορία του metal. Τα τραγούδια του δίσκου δεν ξαναπαίχτηκαν πάλι από τους Black Sabbath και μετά το τέλος της περιοδείας αυτής δεν ξανάπαιξαν πάλι κάποιο κομμάτι της συγκεκριμένης περιόδου. Μόνο ο Tony Martin με την δική μπάντα παίζει κάποια κομμάτια της τότε εποχής. Πάντως αξίζει να σημειωθεί ότι το μόνο κομμάτι το οποίο είχε την καθολική αποδοχή των fans και μάλιστα θεωρείτε από τα καλύτερα που είχαν ηχογραφήσει με τον Martin, είναι το “Kiss of Death”. Έχει ακουστεί ότι υπάρχουν 3 ακυκλοφόρητα κομμάτια από εκείνο τον δίσκο που τα έχει ένας Ισπανός συλλέκτης, σύμφωνα με το sabbathlive.com. Δεν έχουν ακουστει ποτέ όμως από το ευρύ κοινό. Πάντως τα demos του βρίσκονται πανεύκολα στο internet. O Iommi αυτή την εποχή ετοιμάζει να  ξανακυκλοφορήσει το δίσκο αυτόν σε remixed - remastered έκδοση με βελτιωμένο ήχο. Τo remixed - remastered το έχει αναλάβει μέχρι στιγμής ο παραγωγός Mike Exeter μαζί με τον Iommi.Για τους αγγλομαθείς ρίξτε μια ματιά και στο υπέροχο αφιέρωμα στο black-sabbath.com . Προσωπικά για εμένα είναι ένας πολύ καλός δίσκος και σίγουρα από τους αγαπημένους μου των Black Sabbath για διάφορους λόγους και αναμένω με ανυπομονησία την επανακυκλοφορία του.Αξίζει να του ρίξετε μια ματιά, αμερόληπτα όμως.

Line Up :

Tony Iommi – κιθάρες
Tony Martin – φωνητικά
Cozy Powell(R.I.P.) / Bobby Rondinelli (στα μέσα της περιοδείας) - ντραμς
Neil Murray – μπάσο
Geoff Nicholls(R.I.P.) – πλήκτρα

Tracklist :

1
The Illusion Of Power
2
Get A Grip
3
Can't Get Close Enough
4
Shaking Off The Chains
5
I Won't Cry For You
6
Guilty As Hell
7
Sick And Tired
8
Rusty Angels
9
Forbidden
10
Kiss Of Death
11
Loser Gets It All (μόνο στην ιαπωνέζικη έκδοση)

 

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ

No any anniversary today

flashback

Φιλικά sites

Facebook