Σάββατο, 4 Μαΐου 2024, 05:34:45

ΜΟΥΣΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Black Sabbath, 70's Albums...

 

Οι Frank Anthony Iommi, Terence Michael Butler, William Thomas Ward και John Michael Osbourne έμειναν μαζί (αρχικά), μέχρι το 1978 και αποτέλεσαν όχι μόνο το σχήμα που τελειοποίησε την αισθητική του συμπαγούς, σκληρού, καθαριστικού Rock ήχου, αλλά και το συγκρότημα σύμβολο του HEAVY METAL.
Ίσως χωρίς τους Black Sabbath το Heavy Metal να μην υπήρχε...
 
Στις απαρχές μια νέας δεκαετίας αυτής του 1970, οι Black Sabbath άνοιξαν ένα τεράστιο κεφάλαιο στον χώρο του Hard/ Heavy Rock, που ως βασικά του χαρακτηριστικά είχε τον υπέρβαρο μεταλλικό ήχο της κιθάρας, σκοτεινές κι απρόσμενες γέφυρες και συνθέσεις, έντονα αργόσυρτους ρυθμούς και «βέβηλα» φωνητικά, στα όρια της σχιζοφρένειας. Η θεματολογία των επιβλητικών στίχων έσερνε στην επιφάνεια νοήματα και εικόνες από των χώρο του μυστήριου. Το ενδιαφέρον το Butler, για τον αποκρυφισμό και οι στίχοι του που θύμιζαν τις ταινίες τρόμου της Hammer, προσέδωσαν στο σχήμα ένα σατανικό προφίλ. Με βάση τα τύμπανα του Ward και το μπάσο του Butler, οδηγούμενοι από την παραμορφωμένη κιθάρα του Iommi, τους συμπαγείς τοίχους του βαρύτονου rhythm section και τα φωνητικά του Ozzy, που γίνονταν άλλοτε απόλυτα σκοτεινά, άλλοτε απόλυτα παθιασμένα και μερικές φορές εντελώς γκραν-γκινιόλ. Ο ήχος των Black Sabbath οδηγείτο από τα τερατώδη μονολιθικά κοφτά τρομακτικά riffs, που ίσως δεν θα υπήρχαν αν ο αριστερόχειρας κιθαρίστας δεν είχε ένα ατύχημα στα δύο δάχτυλα του δεξιού του χεριού, που του στέρησε τουλάχιστον την γρηγοράδα.
Τότε, όλοι μιλούσαν για ένα σχήμα-φαινόμενο που έπαιζε Heavy Rock, κάποια χρόνια μετά, πρωτοεμφανίστηκε ο όρος Heavy Metal.
Σήμερα, σύσσωμος ο μουσικός κόσμος τους αποδίδει τιμές και τους θεωρεί γεννήτορες του Heavy Metal, αφήνοντας όλους τους μεταγενέστερους δεύτερους και καταϊδρωμένους. Έγιναν σε σύντομο χρονικό διάστημα ένα σχήμα όπου το γνώριζαν και οι πέτρες.
Ο γράφων, αναπολεί την περίοδο εκείνη, ακροάται για πολλοστή φορά τα albums τους σε βινύλιο, που ηχογράφησε η πρώτη 70’s θρυλική σύνθεση του group. Όπου μέσα από μια μοναδική χημεία, αναδύθηκε ο θρύλος που ακούει στο όνομα BLACK SABBATH.
Ένα flash back λοιπόν, στα 70’s βινύλια των Black Sabbath δεν μοιάζει με μια απλή βουτιά στο παρελθόν. Είναι κάτι περισσότερο, είναι κάτι πολύ-πολύ  παραπάνω… είναι απλά, η ανακάλυψη του Heavy Metal...
 

BLACK SABBATH
(13-February-1970)
Οι Sabbath τον Φεβρουάριο του 1970, έμοιαζαν να έχουν έρθει από το πουθενά, κρύβοντας στο σκοτεινό σπίτι του συννεφιασμένου τους εξώφυλλου αργοπαιγμένα βαριά και πρωτάκουστα riffs, αλλά και ο ανάποδος σταυρός που υπήρχε στο εσώφυλλο του δίσκου, προσέδωσε στο σχήμα ένα evil-satanic image. Ηχογραφήθηκε μέσα σ’ ένα εικοσιτετράωρο με ένα πενιχρό οικονομικό προϋπολογισμό (600 λίρες), όμως η επιβλητική παραγωγή του Roger Bain παραμένει έως και σήμερα υποδειγματική. Η ανατριχιαστική εισαγωγή του “Black Sabbath”, με τις απόμακρες καμπάνες πίσω από τον ήχο της βροχής, υποδέχεται αριστοτεχνικά τους ακροατές σε όλο τον κόσμο εδώ και μισό σχεδόν αιώνα, σ’ ένα σαραντάλεπτο ταξίδι στην σκοτεινή πλευρά… στο μεταθανάτιο λυκόφως. Η δεύτερη όψη του αυθεντικού βινυλίου ανοίγει με μια διασκευή του “Evil Woman” των Crow και κλείνει με το “Warning” του Aynsley Dunbar.
 
PARANOID
(18-September-1970)
Ήρθε μόλις επτά μήνες (18 Σεπτεμβρίου) ύστερα από το πρώτο, αποδεικνύοντας ότι το σχήμα είχε ήδη κατακτήσει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ένα τεράστιο κοινό, αφού η ζήτηση τους είναι ήδη σε υψηλότερα επίπεδα. Το “Paranoid” περιέχει αρκετές από τις πρώιμες συνθέσεις τους, εκείνες που παρουσίαζαν σε live πριν ακόμη βγάλουν κάποιο LP. Το “War Pigs” για παράδειγμα ήταν τόσο γνωστό, που φτάνει στην κορυφή των charts της Βρετανίας, το LP αντίστοιχα ανεβαίνει έως την τέταρτη θέση. Το “Paranoid” θεωρείται κλασσικός δίσκος στον χώρο του Heavy Rock, τα “Iron Man”, “Electric Funeral”, “War Pigs” και “Paranoid” αποτελούν από τότε ζωτικό και αναπόσπαστο μέρος των ζωντανών εμφανίσεων τους. το τελευταίο άλλωστε, στέκεται ως ορόσημο, ως απόφθεγμα όλων όσων οι Black Sabbath εκπροσωπούσαν. Η παρανοϊκή φυσιογνωμία του Ozzy αποκαλύπτεται μέσα από στίχους που ξεσκεπάζουν μια αβάσταχτη αγωνιά.
 

MASTER OF REALITY
(21-April-1971)
Ο Iommi υποσχόταν ότι το τρίτο τους LP θα ήταν ότι βαρύτερο είχαν κάνει ποτέ και τήρησε την υπόσχεση του. Έχοντας ακόμη τον Roger Bain πίσω από την κονσόλα του ήχου, οι τέσσερις μουσικοί συνεχίζουν να τροφοδοτούν τον θρύλο που τους θέλει εκπροσώπους (αν όχι πρωτεργάτες) μιας παγκόσμιας τάσης «απελευθέρωσης». Τότε ήταν που η Rock φιλοσοφία, μέσα από τη χρήση όλων των υπαρκτών τοξικών ουσιών, ήταν μια σκληρή στάση ζωής που χρησιμοποιούσε κατά κόρων το αλκοόλ, τα ναρκωτικά και το sex. Το “Master Of Reality”, έρχεται να περάσει όμως για πρώτη φορά, τόσο έντονα, κάποια άλλα πρότυπα σκέψης μια προβληματική με οικουμενικό χαρακτήρα φιλοσοφία, που αγγίζει αιώνιες αξίες όπως η ειρήνη “Children Of The Grave”, η πίστη και η αγάπη ως έννοιες μεταφυσικές “After Forever”, “Sweet Leaf” και η αυταπόδεικτη ανάγκη της προστασίας όλων αυτών μαζί, σ’ ένα περιβάλλον βιώσιμο και ανθρώπινο “Into The Void”. Και όλα αυτά, δίχως να χαθεί το ύφος του group που τους ήθελε απίστευτα επιβλητικούς.
 
VOL.4
(22-September-1972)
Ξεπέρασε πολλές αρνητικές καταστάσεις πρόκειται για το πιο πολύμορφο LP που είχαν γράψει, αν και δεν έλειπαν τα σκληρά και βαριά τραγούδια, ο δίσκος αποδείκνυε ότι το group δεν φοβόταν καθόλου τους πειραματισμούς. Πέρα από το εκπληκτικό riff του “Supernaut”, η μεγαλύτερη έκπληξη του LP ήταν το “Snowblind”. Ο παραγωγός Patrick Meehan προσδίδει μια πιο «γήινη» χροιά στον ήχο του σχήματος, σε αντίθεση με τις ατμοσφαιρικές ιδέες του αποχωρήσαντα Bain. Το “Tomorrow’s Dream” γίνεται το πρώτο τους hit-single ύστερα από το “Paranoid”. Για πολλούς το “Vol.4” θεωρείται παραγνωρισμένο, κυκλοφόρησε στις 25 του Σεπτέμβρη του 1972. Εδώ έχουμε τις πρώτες φωτογραφίες των μελών του group, που έως τότε κρυβόταν πίσω από μαύρες εικόνες (στο cover φιγουράρει για πρώτη φορά ο Ozzy).
 
SABBATH BLOODY SABBATH
(1-December-1973)
Ήρθε την 1η Δεκεμβρίου του 1973, να αποζημιώσει τους πάντες, με έκδηλο το σατανικό image (χάρη στο εξώφυλλο), κατάφερε να θεωρείται από τους ακρογωνιαίους λίθους του Heavy Metal. Το πέμπτο τους LP έμελλε να είναι και το τελευταίο στην Vertigo, αφού τον Σεπτέμβριο του ’75 χάνουν το συμβόλαιο τους. Με την βοήθεια του Rick Wakeman (πλήκτρα), το “Sabbath Bloody Sabbath” ανεβαίνει στα charts Αμερικής και Αγγλίας. Εδώ σηματοδοτείται και η διαφοροποίηση του Ozzy από την πορεία των υπολοίπων, αφού ο τρόπος ζωής που ακολουθεί ξεπερνά τα ανεκτά όρια και επιπλέον, εμφανίζεται ως ο μοναδικός που αρνείται οποιαδήποτε απόκλιση των Sabbath από το μουσικό τους ύφος. Η παραγωγή διαφοροποιείται, ο ήχος γίνεται πιο οξύς, στιλπνός και διαυγής όσο ποτέ. Τα “Sabbath Bloody Sabbath”, “National Acrobat” και “Sabbra Cadabra” ξεχωρίζουν, το ανεπανάληπτο εξώφυλλο οριοθετεί άθελα του τη θεματολογία μιας ολόκληρης Heavy Metal γενιάς, που θα ακλουθούσε τα βήματα του group.
 
SABOTAGE
(28-July-1975)
Πειραματικές φόρμες και προοδευτικά στοιχεία… τα πρώτα σημάδια κόπωσης είναι αισθητά σε οποίον ζητά πολλά από τους Sabbath. Το πρώτο τους LP στη NEMS (28 Ιουλίου 1975), ήταν και το πρώτο που φιλοξενούσε φωτογραφία του group στο εξώφυλλο. Η πανέξυπνη ιδέα του καθρέφτη που χωρίζει δύο παράλληλους κόσμους σαμποτάρει κάθε υπόνοια επανάληψης ή στείρας φαντασίας, μονάχα όσον άφορα τη μορφή του προϊόντος. Διότι, ουσιαστικά εδώ αντιλαμβάνεται κανείς μια αδύναμη συνθετική περίοδο που κοπιάρει ασυνείδητα παλιότερες στιγμές, οι τοίχοι του ήχου άρχισαν να χάνουν λίγο από την ένταση τους. Το στοιχείο της έκπληξης, αλλά και της ταχύτητας δεν βρίσκονταν πια στην ίδια υψηλή στάθμη, αντιμετωπίζουν αρκετά εσωτερικά προβλήματα γεγονός που είχε αντανάκλαση και στην μουσική τους ταυτότητα. Η συμπαραγωγή του δίσκου με τον Mike Butcher αφήνει κενό, ο ήχος ξάφνου αποκτά μια χαοτική υφή, κάτι που ουδέποτε χαρακτήριζε τους επιβλητικούς Βρετανούς.
 

TECHNICAL ECSTASY
(25-September-1976)
Ιδιαίτερα τεχνικό, ήρθε να παρουσιάσει τον Iommi σαν τον απόλυτο κυρίαρχο του group. Όπως η φλόγα του κεριού, λίγο πριν σβήσει, λάμπει απότομα, στιγμιαία, έτσι αυτό το παρεξηγημένο LP στάθηκε αξία σε δύο σχεδόν μέτρια, το “Sabotage” και το “Never Say Die”. Αυτή η ατυχής θέση το χαντάκωσε προκαλώντας στους οπαδούς τους, έως σήμερα, μια καχύποπτη στάση. Η επιστροφή στην Vertigo αφήνει στο σχήμα να πάρει τη παραγωγή του LP στα χέρια του, αποτέλεσμα αυτού μια από τις καλύτερες παραγωγές επί εποχής Ozzy, βγήκε στις 25 Σεπτεμβρίου του 1976. Ο Ozzy επιμένει σε όλες τις αλλαγές πλεύσεις που ο Iommi αναζητούσε, δεν κατάφεραν να πλήξουν το συνολικό βάρος του δίσκου. Οι συνθέσεις παρουσιάζουν μεγαλύτερη ευελιξία και πολυπλοκότητα, τα πνευστά κάνουν για πρώτη φορά δειλά-δειλά την εμφάνιση τους, τόσο, ώστε να μην βλάψουν το όγκο του group. Αμέσως μετά την κυκλοφορία του album, ο Ozzy φεύγει από το group, για να επανέλθει τον Ιανουάριο του 1978.
 

NEVER SAY DIE
(28-September-1978)
Κατά γενική ομολογία, το πιο αδύναμο LP αυτής της περιόδου του group με τον Ozzy στο μικρόφωνο. Ουσιαστικά το “Never Say Die” αντικατοπτρίζει τις εσωτερικές διαμάχες μεταξύ των μελών, το κονταροχτύπημα δύο τελείως διαφορετικών νοοτροπιών, που εμφανίζεται σε όλα τα μεγάλα συγκροτήματα κάποια στιγμή. Αυτό το LP που κυκλοφορεί στις 28 Σεπτεμβρίου του 1978, πρόκειται για μια απόπειρα ανανεώσεις, πειραματισμού και αναζήτησης μιας νέας πορείας, που μεταλλάσσεται σταδιακά, κόντρα στην παραδοσιακή, που θέλει τη σφραγίδα του σχήματος αμετάβλητη στο χρόνο σαν σήμα κατατεθέν. Το ομώνυμο τραγούδι “Never Say Die” ξεχώρισε αισθητά, ο τίτλος του στάθηκε ατυχής, αφού ο… θάνατος του group με αυτή την μορφή ήρθε τρεις μήνες μετά την ηχογράφηση του.
 
 
BONUS
LIVE AT LAST
(June-1980)
Ηχογραφημένο ζωντανά στην περιοδεία του “Vol.4” (Manchester, London), βγαίνει το Καλοκαίρι του 1980 από τη NEMS, χωρίς την συγκατάθεση του Ozzy και των υπολοίπων Sabbath. Ένα πέπλο μυστήριου κρύβει τους λόγους αυτής της στάσης, φήμες μιλούν για αρνητική στάση των ίδιων των μουσικών, που απεχθάνονταν τις συγκεκριμένες εκτελέσεις.  Πάντως, η παραγωγή του ήχου είναι αξιοπρεπής, οι εκτελέσεις των “Sweat Leaf”, “Children Of The Grave”, “War Pigs” και “Paranoid” συλλαμβάνουν ένα μεγάλο μέρος της μοναδικής ατμόσφαιρας που δημιουργούσαν οι Sabbath επί σκηνής, ενώ δεν λείπουν φυσικά και τα χαρακτηριστικά φάλτσα του Ozzy, που φανερώνουν μια ατόφια ηχογράφηση, δίχως overdubs. Αυτό το δυσεύρετο σχετικά live LP διχάζει τους φίλους του σχήματος, που γνώριζαν ότι η πρώτη τους περίοδος δεν είχε δισκογραφικά ζωντανές ηχογραφήσεις. Πολλές εξειδικευμένες εγκυκλοπαίδειες του Heavy Metal χώρου, ούτε καν το αναφέρουν.
 
 
 
Κείμενο: Ηλίας Κωστόπουλος.
Επισήμανση:
Η παρουσίαση των δίσκων επιλέχτηκαν από την προσωπική μου δισκοθήκη, έγινε κατόπιν ακρόασης στο φυσικό τους προϊόν (LP) και όχι σε mp3, digital, download και λοιπές αηδίες, που μας (σας) γεμίζουν με αέρα κοπανιστό.