Παρασκευή, 19 Απριλίου 2024, 11:53:05

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΑΞΙΖΕΙ

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΑΞΗ

Διδάσκω την Βαρβαρική (Αγγλική Γλώσσα) σχεδόν είκοσι χρόνια. Εμπειρίες πολλές και καθημερινές. Όλες όμως μαζί συγκεντρωμένες οδηγούν στην ίδια θλιβερή διαπίστωση: Η παιδεία στην σημερινή Ελλάδα μοιάζει με έναν ανακατεμένο σωρό από στείρα γνώση που ...

Νεοελληνική Παιδεία είπατε;

 

untitled-1_decopy

Ενός ταλαίπωρου δασκάλου της Αγγλικής Γλώσσας.

Διδάσκω την Βαρβαρική (Αγγλική Γλώσσα) σχεδόν είκοσι χρόνια. Εμπειρίες πολλές και καθημερινές. Όλες όμως μαζί συγκεντρωμένες οδηγούν στην ίδια θλιβερή διαπίστωση: Η παιδεία στην σημερινή Ελλάδα μοιάζει με έναν ανακατεμένο σωρό από στείρα γνώση που στροβιλίζεται άτακτα γύρω από τα παιδιά επιχειρώντας να εισβάλλει στο μυαλό τους για να το απονευρώσει και να του στερήσει κάθε δικαίωμα στην ελεύθερη έκφραση και τη γόνιμη αμφισβήτηση.

Οι μαθητές και το σχολείο

Τα παιδιά έχουν μεταβληθεί σε παθητικούς ανθρωπο-δέκτες χωρίς την παραμικρή επιθυμία να γίνουν πομποί και ουσιαστικοί δράστες-μέτοχοι των μικρών ή μεγάλων καταστάσεων που βιώνουν στη ζωή τους. Εγκαταλείπουν κάθε προσπάθεια να καθορίσουν τα ίδια τις ανάγκες τους, να υλοποιήσουν τα όποια όνειρά τους και τις επιθυμίες τους.

Προϊόντα μιας άκρατης πατριαρχικής κοινωνίας και ενός στυγνού θεοκρατικού καθεστώτος είναι τα παιδιά μας σήμερα. Το σχολείο είναι ένα κλειστό σύστημα διοχέτευσης στείρας και ξερής γνώσης που βίαια, ψυχαναγκαστικά και κομφορμιστικά, επιχειρεί να τα μεταβάλλει σε άβουλα πρόβατα στερώντας τους το δικαίωμα στην ίδια την ευτυχία.

Είναι συγκλονιστικό να βλέπει κανείς τους ίδιους τους μαθητές του να βάζουν στο θρανίο τους επάνω μια πλαστικοποιημένη ανατύπωση κάποιας εικόνας του Ιησού ή της μητέρας του (το απόλυτο κιτς) ελπίζοντας ότι θα βοηθηθούν έτσι να γράψουν καλά στο διαγώνισμα.

Είναι επίσης συγκλονιστικό μικροί μαθητές γεμάτοι παιδική αφέλεια να μιλούν με θαυμασμό στους συμμαθητές τους για το πόσο καλά περνούν στο σπίτι της «θείας» κάποιας «κοπέλας» που «οικιοθελώς» κάνει την κατηχήτρια της ορθοδοξίας και μαντρώνει τα παιδάκια για να τους μάθει τραγούδια για το Xριστούλη και την Παναγίτσα.

«Παίζουμε και παιχνίδια κύριε και κάθε Κυριακή δίνουμε 10€ και έρχεται ένα πούλμαν που μας πηγαίνει στο μοναστήρι.»

Υπάρχουν πολλές τέτοιες «κοπέλες» που λειτουργούν ως κατηχήτριες και βάζουν «οικιοθελώς» τα παιδιά μας ακόμα πιο βαθειά στο σκοτάδι της δεισιδαιμονίας και της πνευματικής παρακμής.

Οι Δάσκαλοι

Θεατές σ' αυτό το θέατρο παραλόγου, θύματα και οι ίδιοι μιας κακόγουστης και μίζερης δημοσιοϋπαλληλικής νοοτροπίας είναι οι ίδιοι οι δάσκαλοι που έχουν εκπαιδευτεί στο να ξεχάσουν την πρώην νεότητά τους και την παιδική τους ηλικία. Απαγορεύεται να είναι παιδιά. Απαγορεύεται να νοιώθουν σαν έφηβοι. Απαγορεύεται να ενθαρρύνουν την κριτική σκέψη και την αμφισβήτηση. Απαγορεύεται να ενθαρρύνουν την πρωτοβουλία, τον υγιή ανταγωνισμό και τη διαφορετικότητα στην έκφραση.

Ο δάσκαλος όλο και περισσότερο αναλαμβάνει το ρόλο του επιστάτη στο εργοστάσιο επιβολής της γνώσης-κονσέρβας αποποιούμενος τις δικές του αξίες και την παιδαγωγική υπευθυνότητα που τον διαμορφώνουν σαν οντότητα.

Ό ίδιος έχει ελλιπή γνώση και τεράστια άγνοια για τις ραγδαίες εξελίξεις στην πολιτική, την τεχνολογία στις επιστήμες και την εκπαίδευση. Κάπου βολεύεται με το ρόλο του αλάνθαστου κριτή που του έχει αναθέσει η θεοκρατική πολιτεία και που παράλληλα τον εκπαιδεύει στην υποκρισία , την ευθυνοφοβία και την υποταγή. Αυτά ακριβώς μεταδίδει και στους μαθητές του με τρόπο σοβαροφανή που του επιτρέπει επιτυχώς να αποφεύγει την αξιοκρατική αξιολόγηση των μαθητών του ενώ παράλληλα τον ενθαρρύνει να υιοθετεί επικίνδυνες διδακτικές πρακτικές που οδηγούν στην «επιθυμητή» ομοιογένεια και ομαδοποίηση των μαθητών του.

Δανεισμένα από το Βυζαντινό οπλοστάσιο, τα πολεμοφόδια του νεοέλληνα δάσκαλου είναι ο φόβος και η πειθαρχεία που αν και ενίοτε δημιουργούν κάποιες αντιδράσεις από μεριάς των μαθητών, στο τέλος, σχεδόν πάντοτε, καταφέρνουν να τις καταπνίξουν στο όνομα του επιβαλλόμενου μαζανθρωπικού κομφορμισμού με τη βοήθεια φυσικά των απαίδευτων και φοβικών γονέων. Τα τελευταία χρόνια έχει προστεθεί στο οπλοστάσιο του νεοέλληνα δάσκαλου και η αδιαφορία, προϊόν της νωθρής και σάπιας Ρωμέϊκης δημοσιοϋπαλληλικής κουλτούρας.

Οι γονείς

Θύματα της θεοκρατίας, του ληστρικού κράτους και της κρατικής αναλγησίας. Της κάκιστης εγχώριας και παγκόσμιας οικονομίας, του άθλιου εκπαιδευτικού μας συστήματος στο οποίο μετείχαν και οι ίδιοι επίσης ως παθητικοί δέκτες στείρας γνώσης. Θύματα των τραπεζών και της επαγγελματικής αβεβαιότητας. Αδυνατούν οι νέοι γονείς να σταθούν πλάι στα παιδιά τους, να αφουγκραστούν τις ανάγκες τους και να γίνουν οι ίδιοι οι πρώτοι τους δάσκαλοι.

Οι περισσότεροι γονείς θεωρούν πως αυτά που τους λέει ο δημόσιος υπάλληλος-δάσκαλος για το παιδί τους όχι μόνο είναι αρκετά αλλά και επιστημονικά τεκμηριωμένα, δηλαδή απόλυτα. Δεν μπαίνουν καν στη διαδικασία να επεξεργαστούν και να φιλτράρουν τις πληροφορίες που αφορούν τα παιδιά τους ώστε μετά από διασταύρωση και ώριμη σκέψη να τα αποδεχτούν ή να τα απορρίψουν. Οι γονείς δεν παρεμβαίνουν, δεν προτείνουν, δεν διαμαρτύρονται για τα κακώς κείμενα της εκπαίδευσης αλλά περιορίζουν την παρέμβασή τους στη μαθητική ζωή των παιδιών τους άλλοτε καυγαδίζοντας με άλλους γονείς για τις αψιμαχίες των παιδιών τους, και άλλοτε για να διαμαρτυρηθούν (μόνο) για την βαθμολογία τους. Κανονίζουν μονάχα εκδρομές και πάρτυ αν τύχει να είναι μέλη συλλόγων γονέων και κηδεμόνων.

Τα χρόνια περνούν και μέσα στα ανώτερα και ανώτατα ιδρύματα, οι νέοι και οι νέες εκτονώνουν την ενέργειά τους μέσα στις ύπουλα καλοστημένες κομματικές νεολαίες, υιοθετούν αλλότριες ιδεολογίες και αντιστέκονται στη νεκρή γνώση με τρόπους λανθασμένους και επικίνδυνους καίγοντας σημαίες, κλειδώνοντας καθηγητές τους στα γραφεία των σχολών και καταστρέφοντας δημόσια περιουσία, προϊόν μόχθου του κάθε Έλληνα φορολογούμενου πολίτη και όχι το τεμπέλικου και βραδυκίνητου κράτους. Η ενέργεια μεταβάλλεται σε τυφλή οργή και η τυφλή οργή δίνει τη σειρά της στην ψυχοπνευματική κενότητα και παράνοια.

Σαν Δάσκαλοι...........

Το σύστημα δεν μπορούμε να το αλλάξουμε σε μια μέρα. Τα 2,000 πνευματικής κατοχής δεν μπορούμε να τα εξαφανίσουμε μονομιάς. Μπορούμε όμως να κάνουμε μερικά βήματα βελτίωσης κυρίως σε ατομικό επίπεδο.

Μπορούμε να καταργήσουμε την έδρα και να καθόμαστε στα θρανία περιτριγυρισμένοι από τους μαθητές μας. Καταργώντας την έδρα και ευρισκόμενοι ανάμεσά τους, γινόμαστε πιο οικείοι και πιο ανθρώπινοι στα παιδιά.

Μπορούμε να πετάξουμε με τις κλωτσιές τον κάθε εκπρόσωπο κατηχητικού «σχολείου» που έρχεται να αλιεύσει «δούλους του Γιαχβέ» μέσα από τις τάξεις μας όπως και τον κάθε «εξομολογητή» παπά που θέλει να χρησιμοποιήσει το σχολειό μας για να τρυγήσει τις αθώες παιδικές ψυχούλες των μαθητών μας παρουσιάζοντάς τους σαν τρομερό αμάρτημα την κάθε τους απόπειρα γνωριμίας με το ίδιο τους το σώμα.

Μπορούμε να πολεμήσουμε και να σαμποτάρουμε έξυπνα το μάθημα των θρησκευτικών που εξαναγκάζει τα παιδιά μας να μαθαίνουν μυθολογίες λαών ξένων προς τη δική μας ψυχοσύνθεση. Μπορούμε να τους διδάξουμε για 10 λεπτά κάθε μέρα έναν Ελληνικό μύθο. Δεν υπάρχει Ελληνικός μύθος που να μην έχει πλούσιο ανθρωπιστικό και ευρέως κοινωνικό νόημα.

Μπορούμε να πάμε μαζί με τους μαθητές μας μια όμορφη επίσκεψη στην Ακρόπολη, στον Κεραμικό και στο Σούνιο ή την Ελευσίνα.

Μπορούμε να τους μιλήσουμε με λόγια απλά για τη Δημοκρατία και τη λατρεία προς τη λογική και τις επιστήμες που είχαν οι πρόγονοί μας. Και μιας και μιλάμε για τους προγόνους μας, καλό θα ήταν να πούμε στα παιδιά μας ποιοι ήταν. Οφείλουμε να τους εξηγήσουμε πως μεταξύ των προγόνων μας δεν συγκαταλέγεται ούτε ο Αβραάμ, ούτε ο Ισαάκ με τον Ιακώβ και τον Αβεσαλώμ.

Έχουμε επίσης χρέος να ξεκαθαρίσουμε πως οι πρόγονοί μας ΔΕΝ ήταν ειδωλολάτρες. Αυτή η σκόπιμη κατηγορία όπως ομολογεί και ο χριστιανός καθηγητής Βυζαντινολογίας Τωμαδάκης, ήταν σκόπιμη για να υποβοηθηθεί η επικράτηση του Χριστιανισμού.

Δεν είναι δυνατόν οι αρχαίοι μας πρόγονοι να ήταν ιδιοφυίες στις επιστήμες, στη φιλοσοφία, στην πολιτική και στις τέχνες και να ήταν μπούφοι στον τομέα της θρησκείας. Απλή λογική χρειάζεται αυτό το πράγμα για να το κατανοήσει κανείς.

Μπορούμε ακόμα να γίνουμε και εμείς μαθητές και να λέμε κάπου-κάπου και τη φράση : «Αυτό που με ρωτάτε βρε παιδιά, δεν το ξέρω. Θα το ψάξω όμως και θα σας πω αύριο.» Δεν είμαστε και δεν πρέπει να είμαστε καθημερινά σε ρόλο Πάπα επιβάλλοντας στους μαθητές μας το αλάθητο και το απόλυτο της υποτιθέμενης γνώσης μας.

Μπορούμε και πρέπει να είμαστε κοντά στα παιδιά, δάσκαλοι πραγματικοί μέσα και έξω από τη τάξη. Μπορούμε να αναστήσουμε τη νεκρή γνώση, να την κάνουμε ζωντανή και ωφέλιμη ώστε όχι μόνο να μη βαραίνει τις μελλοντικές γενιές αλλά αντίθετα να τις οπλίζει με μια αίσθηση ελευθερίας και πραγματικής χαράς για αναζήτηση.

Τα μπορούμε όλα αυτά.

Δεν θέλουμε όμως να τα κάνουμε............................

Κείμενο: Δημήτρη Επικούρη