Πέμπτη, 18 Απριλίου 2024, 16:48:35

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Steve Ray Vaughan Πως γράφτηκε το εξαιρετικό "Pride And Joy"

Ο Steve Ray Vaughan ένας από τους τελευταίους μεγάλους σύγχρονους μπλουζμέν. Η δισκογραφική του καριέρα ξεκινά το 83 και δυστυχώς διαρκεί μόνο μέχρι το 91.Θα μπορούσαμε να συμπεριλάβουμε το στυλ του στα μπλουζ του Τέξας ή ακόμα και στο μπλουζ-ροκ. Με έναν πολύ χαρακτηριστικό ήχο, πάντα συνδεδεμένο με το Stratocaster του οπλισμένο με ένα σετ χορδών που ξεκινούσαν με 0,013 (σύρματα για άπλωμα, πολύ σκληρές χορδές), μια αξιοζήλευτη και πρωτότυπη τεχνική και πάνω από όλα με απίστευτο ταλέντο και πάθος, αυτός ο τύπος σηματοδότησε ένα ορόσημο όψιμου καλλιτέχνη σε αυτή τη μουσική, όταν φαινόταν ότι το καστ των μυθικών μπλουζμέν ήταν ήδη γεμάτο.

Ο Vaughan έγραψε το "Pride And Joy" για τη νέα του κοπέλα τη στιγμή που είχε κίνητρο η σχέση τους. Κυκλοφόρησε ως το κορυφαίο σινγκλ του δίσκου "Texas Flood" και έβαλε αμέσως τον τότε άγνωστο μουσικό κιθάρίστα του Τέξας στην εθνική μουσική σκηνή.

Το άλμπουμ ηχογραφήθηκε σε μόλις 3 ημέρες στο προσωπικό στούντιο του Jackson Browne στο Λος Άντζελες, φτάνοντας στο Νο. 64 του αμερικανικού Billboard και στο Νο. 38 στα Top 200 Pop Albums. Το “Pride and Joy” βγήκε ως το πρώτο σινγκλ και ανέβηκε στο Νο. 20 των charts.

Τα Grammy τον θυμήθηκαν επίσης και τον πρότειναν για Καλύτερη Ηχογράφηση Μπλουζ και το τραγούδι "Rude Mood" για Καλύτερη Ενόργανη Ερμηνεία Μπλουζ.

Deep Purple - California's Night

Ο τίτλος του συγκεκριμένου άρθρου παραπέμπει στο θρυλικό live "California Jam" της Mark III περιόδου. Για τους γνώστες όμως, ο νους τους πάει και κάπου αλλού. Σε μια μυθική και μοναδική συναυλία στο Quebec του Καναδά το 1972. Υπήρχαν μόνο συνεντεύξεις, φήμες και διάφορα άρθρα γύρω από αυτήν, αλλά τίποτα ακουστικό ή οπτικό. Παρόλο που είναι μια μπάντα που έχει άπειρα bootlegs, δεν υπήρξε κάτι. Ακόμα και για τους New Deep Purple του Evans υπήρχε έστω ένα βίντεο από συναυλία τους στο Μεξικό.Στο Youtube όμως βρίσκεις απίθανα πράγματα και τελευταία έχουν ανοίξει πολλά σεντούκια με σπάνιες ηχογραφήσεις, τις οποίες θα αναλύσουμε σε άλλα άρθρα μας.Οι Deep Purple το 1972 ήταν στο αποκορύφωμα τους. Η κλασσική Mark II σύνθεση είχες μόλις κυκλοφορήσει το επίσης κλασσικό "Machine Head" δίσκο πρίν λίγες ημέρες (στις 25 Μαρτίου 1972) και το συγκρότημα ήταν έτοιμο για περιοδεία. Στις 6 Απριλίου του 1972 είχε κανονιστεί συναυλία για το Quebec του Καναδά. O Blackmore όμως είχε ηπατίτιδα και δε μπορούσε να παίξει. Έπρεπε να βρεθεί πολύ γρήγορα ένας αντικαταστάτης που να μάθει τα παλαιά αλλά κυρίως τα καινούργια τραγούδια. Το να αντιακταστήσεις ένα κιθαρίστα σαν τον Blackmore και ειδικά τη συγκεκριμένη περίοδο, ήταν ένα τεράστιο ρίσκο για τον οποιοδήποτε. O Al Kooper ήταν η πρώτη επιλογή. Όπως είχε δηλώσει ο Kooper, είχε κάνει πρόβες μαζί τους, αλλά δεν αισθανόταν πολύ άνετα. Τελικά επιλέχθηκε ο Randy California. Ένας νέος και ταλαντούχος κιθαρίστας από την Αμερική. Ο California δεν είχε πολλά χρόνια πορείας τότε, αλλά ήταν κάτι σαν φαινόμενο . Ήταν μόλις 21 χρονών, είχε ήδη παίξει με τον θρυλικό Hendrix μαζί, είχε τους θρυλικούς Spirit η οποία έιχαν το περιβόητο κομμάτι "Taurus" στο οποίο βασίστηκε το κλασσικό "Stairway to the heaven" των Led Zeppelis , αλλά ποτέ δεν το παραδέχτηκε ο Page. Οπότε μιλάμε για μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα επιλογή. Επίσης στη συναυλία αυτή θα ακουστεί για πρώτη φορά το "When a blind man cries" . Τραγούδι το οποίο λάτρευε ο Gillan αλλά δεν ήθελε ποτέ ο Blackmore.Δεν είναι τυχαίο που δε μπήκε ποτέ επίσημα στο δίσκο, έγινε b-side, δε παίχτηκε ποτέ με τη Mark II σύνθεση και μετά από αυτό το live παίχτηκε πάλι το 1993 με το Satriani στη κιθάρα. Το live ανέβηκε στο youtube πριν καιρό και είχε ηχογραφηθει από τον Robert Lafontaine. Ηχογραφήθηκαν τα 7 από τα 8 κομμάτια, λόγω προβλήματος στο μικρόφωνο (κόπηκε το "Lucille"). Η ποιότητα του ήχου για bootleg τέτοιας εποχής είναι πολύ καλή και ο ήχος ακούγεται καθαρά και ευχάριστα. Αυτό που ακούμε είναι ότι το συγκρότημα είναι σε καλή μέρα και με καλή απόδοση. Ο California παίζει πολύ καλά τα μέρη του Blackmore στα ρυθμικά και στα σόλο παίζει τα δικά του. Υπάρχουν αρκετά σημεία που τα μέρη τις κιθάρας τα γεμίζει ο Jon Lord με το keyboard του. Είναι μια ιδιαίτερη στιγμή στην ιστορία του Rock που αξίζει να την ακούσει κάποιος. Τώρα μένει να ακούσουμε και το live που τραγουδούσε ο Roger Glover στη θέση του Gillan στις αρχές των 70s. Μετά από αυτή τη συναυλία, ακυρώθηκαν οι υπόλοιπες μέχρι να αναρρώσει o Blackmore και τα υπόλοιπα είναι γνωστά. Δυστυχώς ο California ήταν ο δεύτερος κιθαρίστας του συγκροτήματος που έχει απεβιώσει, μαζί με τον επίσης Αμερικάνο Tommy Bolin.

Deep Purple - Live in Quebec 1972

I. Intro
II. Strange Kind Of Woman 
III. Into The Fire 
IV. Child In Time 
V. The Mule / Drum Solo 
VI. Lazy 
VII. When A Blind Man Cry 
VIII. Space Truckin' 

 

ΕΠΙΑΣΕ ‘Η ΟΧΙ ΤΟ HEAVY METAL ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ;

Τελικά το Heavy Metal έπιασε στην Ελλάδα ή όχι;

Το γιατί;… Τρέχα γύρευε πολλά τα γιατί…

 

Περισσότερα...

ALAN LANCASTER (STATUS QUO) RIP

ALAN LANCASTER (1949-2021)

 

Γράφει ο Σ.Ρομποτής.

 

Ο Alan Lancaster υπήρξε η Hard Rock ψυχή των Status Quo.

Θέλεις λίγο πίσω από το macho παρουσιαστικό – του άρεσε πολύ να το «πουλάει» αυτό το στυλ – και πολύ περισσότερο από το ύφος των εξαιρετικών τραγουδιών που πρόσφερε ο ίδιος στο συγκρότημα μέχρι και την αποχώρησή του από αυτό, το 1985. Ο τρόπος που τραγουδούσε όταν ερχόταν η σειρά του, ήταν γεμάτος από πάθος και Rock συμπεριφορά. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε και το γεγονός ότι το σκληρότερο άλμπουμ των Status Quo, το "Quo" του 1974, χαρακτηρίζεται από τους φίλους του συγκροτήματος ως το “Alan Album” αφού σε αυτό υπογράφει αλλά και ερμηνεύει τα μισά του κομμάτια. Ήταν πάντα ο «νταής» του συγκροτήματος. Εξαιτίας του το γκρουπ πέρασε μία μέρα στο κρατητήριο μετά από επίθεσή του σε αστυνομικούς στο αεροδρόμιο της Βιέννης το 1976.

Πίσω από το προσωπείο του σκληρού τύπου, κρύβοταν όμως μια πολύ ευαίσθητη ψυχή. Ο Alan αποχώρησε παρά τη θέλησή του από το συγκρότημα το 1985, όμως και μέχρι το τέλος φαινόταν ότι αυτή του την αποχώρηση δεν την ξεπέρασε ποτέ. Όλοι όσοι τον γνώρισαν και τον συναναστράφηκαν μιλάνε για έναν άνθρωπο πάντα πρόσχαρο, χαμογελαστό και με πολύ χιούμορ.

Το 1973 σε μια περιοδεία στην Αυστραλία, ο Alan γνώρισε την Dayle. Από το 1976 ο χρόνος του μοιράζοταν μεταξύ Αγγλίας και Αυστραλίας. Το 1978 παντρεύτηκε τελικά τη γυναίκα της ζωής του. Θέλοντας και μη, η απόσταση συνέβαλε στο να μην είναι τόσο κοντά όσο θα ήθελε στο συγκρότημα. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 και μετά την αποχώρηση του John Coghlan το 1981, οι Status Quo άρχισαν να μαλακώνουν τον ήχο τους, κάτι που ο Alan ήταν εντελώς αντίθετος. Έτσι, μέσα από πολλές διαφωνίες, τα πρώτα σύννεφα στη σχέση τους, ειδικά με τον Francis Rossi, άρχισαν να φαίνονται. Ο Alan ήθελε το συγκρότημα να προσανατολίζεται σε έναν πιο σκληρό ήχο ενώ ο Rossi σε έναν εμπορικότερο, όχι απαραίτητα τόσο σκληρό.

Το 1984 ο Alan περιόδευσε για τελευταία φορά με το συγκρότημα στην τουρνέ του "End Of The Road", αφού τότε το γκρουπ ανακοίνωνε ότι θα σταματούσε τις ζωντανές εμφανίσεις.

Η τελευταία του εμφάνιση σαν επίσημο μέλος των Status Quo ήταν το 1985 στο Live Aid του Λονδίνου, όταν ένας επίμονος Bob Geldof μάζευε ένα διαλυμένο συγκρότημα για να ανοίξει το festival.

Όταν το 1986 οι Status Quo επέστρεψαν δισκογραφικά και συναυλιακά, ο Alan έμεινε απ’ έξω. Αυτό τον πίκρανε πολύ. Έσυρε τους παλιούς του φίλους στα δικαστήρια προκειμένου να μην χρησιμοποιούν το όνομα Status Quo. Ο Alan έχασε και τελικά το 1987 αποποιήθηκε των δικαιωμάτων του.

Στην Αυστραλία όπου διέμενε πλέον μόνιμα, δισκογράφησε ακόμα με δύο δικά του συγκροτήματα, τους Party Boys και τους Bombers, μπάντες πολύ πετυχημένες στο νότιο ημισφαίριο.

Οι σχέσεις του με τους υπόλοιπους Status Quo ήταν ανύπαρκτες, εκτός του John Coghlan ο οποίος συχνά πυκνά ταξίδευε προς τα εκεί για να παίξουν μαζί live.

Αποστασιοποιημένος, απολάμβανε τη ζωή του στην Αυστραλία. Ο Alan απέκτησε τέσσερα παιδιά και πέντε εγγόνια. Απέκτησε όμως και προβλήματα υγείας. Υπέφερε από σκλήρηνση.

Τα επόμενα χρόνια, οι σχέσεις μεταξύ των μελών των Status Quo φάνηκαν να αποκαθίστονται. Έτσι, με μια απόφαση-εξπρέςη θρυλική τετράδα έκανε ακόμα δυο μικρές τουρνέ (το 2013 και το 2014) και οι φίλοι της μπάντας είχαν την ευκαιρία να ξαναδούν ζωντανά την αυθεντική σύνθεση του συγκροτήματος μετά από 30 χρόνια!... (Review του reunion διαβάσατε και μέσα από το SouthernRock.gr).

Παρόλα τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε, ο Alan το πάλεψε. Βρέθηκε στο stage και έδωσε 100% ψυχή και σώματι. Εκεί πλέον δεν βλέπαμε έναν σκληρό τύπο όπως παλιά, αλλά ένα μικρό παιδί με τεράστιο χαμόγελο που απολάμβανε το κάθε δευτερόλεπτο της κάθε βραδιάς. Μέχρι και το 2019 ταξίδευε στην Αγγλία για να παρευρίσκεται στα conventions του fan club παίζοντας live και απολαμβάνοντας την αγάλη του κόσμου, ο οποίος δεν τον ξέχασε ποτέ.

Ο Alan Lancaster ηχογράφησε 16 στούντιο άλμπουμ με τους Status Quo και ακόμα 5 live. Μέσα σε αυτά προσέφερε πολλά διαμάντια ("Is There A Better Way", "Backwater", "Just Take Me"). Το πιο σημαντικό απ’ όλα όμως είναι ότι αν δεν υπήρχε αυτός, δεν θα υπήρχαν και οι Status Quo, όντας ιδρυτικό μέλος τους.

Σήμερα ξεκίνησε για το μεγάλο ταξίδι. Ίσως εκεί συναντήσει το φίλο του Rick Parfitt για να συνεχίζουν να παίζουν “Whatever They Want”!

                                                                                                                

Για το SouthernRock.gr: Σπύρος Ρομποτής

50 NEW HEAVY METAL GROUPS

Περισσότερα...

5 GROUPS LINE-UP CHANGES

 

Περισσότερα...

10+1 MOST HISTORICAL KISS CONCERT MOMENTS

 

Περισσότερα...

Ο Συνδετικός κρίκος μεταξύ των Deep Purple και Steppenwolf.

Τι κοινό θα μπορούσαν να έχουν αυτές οι δύο κλασσικές μπάντες? Σίγουρα ξεκίνησαν την ίδια εποχή, σε διαφορετικές χώρες αλλά και οι δύο κυμαίνονταν στο χώρο του rock/hard rock.Αυτό όμως δεν είναι κάτι που τις ενώνει ιδιαίτερα, γιατί υπήρξαν πολλές μπάντες εκείνοι την εποχή με τα ίδια στοιχεία. Ίσως θα μπορούσαν να είχαν κάποιους κοινούς μουσικούς στη σύνθεση τους. Θα μπορούσε, μιας και οι δύο μπάντες είχαν αρκετές αλλαγές στη σύνθεση τους. Δεν είναι αυτό όμως. Ίσως το ότι ο Blackmore είχε παίξει το Born to be wild σε συναυλία της μπάντας Girl του Phil Collen, προτού αυτός πάει στους Def Leppard, σαν guest.Ούτε αυτό λέει κάτι, μιας και δεν είναι η πρώτη διασκευή που παίζει. Λοιπόν το κοινό είναι πως και οι δύο έπεσαν θύμα της ίδια απάτης από τα ίδια άτομα, την ίδια εποχή και η υπόθεση είχε το ίδιο τέλος. Βρισκόμαστε στα τέλη της δεκαετίας του 70, το κλασσικό rock περνάει μια πολύ δύσκολη φάση, το punk μεσουρανεί και το NWOBHM είναι στα πρώτα του βήματα.

Οι Deep Purple αποτελούν παρελθόν όπως και οι Steppenwolf. Τα μέλη τους είναι χωμένα σε διάφορα project και όλα κυλούν ήσυχα, μέχρι να μπει το χρήμα στη μέση…. Μερικά μέλη των Steppenwolf δίχως την έγκριση του John Kay, αποφασίζουν να ξεκινήσουν περιοδείες με το όνομα της μπάντας και με καινούργια μέλη. Οι αλλαγές στη σύνθεση πολλές και η αντιμετώπιση του κόσμου ανάμικτη. Μάλιστα κάποια από τις παραλλαγές αυτές τις μπάντας είχε ηχογραφήσει και κάποια νέα τραγούδια, τα οποία δεν κυκλοφόρησαν ποτέ επίσημα. Υπάρχουν μερικά bootleg διαθέσιμα από εκείνη την ιδιαίτερη περίοδο από εκείνους τους Steppenwolf. Το σκηνικό αυτό δεν άρεσε καθόλου στον John Kay, ο οποίος κυνήγησε τους εμπλεκόμενους σε αυτή την υπόθεση, κέρδισε την υπόθεση, κατοχύρωσε το όνομα της μπάντας και οι συμμετέχοντες στους ψευτό-Steppenwolf επέστρεψαν τα κέρδη τους πίσω. Μέλη της σύνθεσης αυτών των νέων Steppenwolf, εκτός των άλλων, ήταν οι κάτωθι :Dick Jurgens (RIP) – τύμπανα, Tony Flynn-κιθάρα και George Emery- πλήκτρα , οι οποίοι πλαισίωναν μέλη της επίσημης μπάντας, ως νέες προσθήκες. Συγκρατήστε τα ονόματα αυτά, γιατί θα παίξουν μεγάλο ρόλο και στη παρακάτω υπόθεση. Η υπόθεση λοιπόν των Steppenwolf έλαβε τέλος, με τον John Kay να κερδίζει τα δικαιώματα του ονόματος του συγκροτήματος και να λαμβάνει ως αποζημίωση σχεδόν όλες τις εισπράξεις από την παράνομη χρήση του. Οι Emery και Flynn όμως δεν έδειχναν να μαθαίνουν από τα λάθη τους. Ο Emery είχε σπουδάσει δικηγόρος και ήξερε αρκετά καλά τα περί γραφειοκρατίας. Αποφάσισαν λοιπόν να φτιάξουν μια καινούργια μπάντα εκμεταλλευόμενοι άλλο ένα μεγάλο όνομα της rock σκηνής, τους Deep Purple. Οι Deep Purple είχαν διαλυθεί το 1976 και τα μέλη τους ήταν σε άλλες μπάντες. Η υπόθεση φάνταζε ιδανική, αλλά για να γίνει πιο ελκυστικό το αποτέλεσμα έπρεπε να υπάρχει έστω και ένα μέλος από το αυθεντικό συγκρότημα, όπως συνέβη επί το πλείστο με τους ψευτο Steppenwolf. Μετά από αναζήτηση και σκέψη αποφάσισαν ότι η περίπτωση του Rod Evans, του πρώτου τραγουδιστή του συγκροτήματος, ήταν ότι ακριβώς ήθελαν. Ο Evans είχε αποσυρθεί αρκετά χρόνια από τη μουσική σκηνή και δούλευε στην Αμερική, σε τομέα της ιατρικής. Οπότε βόλευε και στο θέμα της περιοχής, μιας και οι νέοι Deep Purple θα είχαν έδρα την Αμερική. Κατάφεραν να τον πείσουν ότι είχαν την έγκριση από τα υπόλοιπα μέλη του συγκροτήματος, τα οποία υποτίθεται δεν τους ενδιέφερε να ασχοληθούν πάλι με το συγκρότημα μιας και είχαν άλλα project,οπότε και εκείνος δέχθηκε. Ο Evans προσπάθησε να προσεγγίσει και τον Nick Simper, τον πρώτο μπασίστα των Purple, να συμμετάσχει αλλά δεν τα κατάφερε να έρθει σε επικοινωνία μαζί του.

Οπότε τη σύνθεση των νέων Deep Purple ολοκλήρωσαν οι Tom De Rivera-μπάσο και Dick Jurgens-τύμπανα. Το ωραίο είναι ότι δημιούργησαν και τμήμα management με το όνομα του συγκροτήματος και τους Emery και Flynn υπεύθυνους. Μάλιστα έπεισαν και ένα μεγάλο διοργανωτή συναυλιών για την εγκυρότητα του εγχειρήματος, φτάνοντας στο σημείο να προσεγγίσουν μέχρι και τη Warner ,την οποία κατάφεραν να πείσουν για δισκογραφικό συμβόλαιο και τη κυκλοφορία νέου δίσκου. Ξεκίνησαν οι προετοιμασίες οι συναυλίες σε Μεξικό και Αμερική και οι απαραίτητες συνεντεύξεις και παρουσιάσεις σε περιοδικά της εποχής. Οι συναυλίες είχαν ανάμικτες κριτικές. Οι φανατικοί ακροατές των αυθεντικών Deep Purple απογοητευόντουσαν από την αρχή, διότι έβλεπαν μόνο ένα μέλος της αυθεντικής σύνθεσης και όλοι οι άλλοι ήταν άγνωστοι μουσικοί. Η απόδοση δε του συγκροτήματος χαρακτηρίστηκε τις περισσότερες φορές μέτρια προς κακή και γενικότερα η όλη σκηνική παρουσία πρόχειρη. Υπήρξαν και περιπτώσεις που έγιναν φασαρίες και το συγκρότημα αποχώρησε βιαίως από τη σκηνή. Μεγάλη εντύπωση είχε προκαλέσει επίσης ότι κατά τη διάρκεια ορισμένων συναυλιών είχαν support τους νέους Steppenwolf , που στην ουσία ήταν η ίδια μπάντα με άλλον τραγουδιστή. Το setlist τους αποτελούταν από κομμάτια κυρίως της Evans εποχής, αλλά έπαιζαν και τραγούδια από τη κλασσική MK2 , ακόμα και από το “Burn” δίσκο της MK3 είχαν παίξει. Την ίδια εποχή είχαν ηχογραφήσει και μερικά κομμάτια για το νέο δίσκο των Deep Purple. Δυστυχώς το demo αυτό δεν έχει βγει στη δημοσιότητα. Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον να ακούσουμε τις συνθέσεις τους και επίσης θα ήταν η τελευταία μέχρι στιγμής φορά που θα ακούγαμε τον Evans να τραγουδά. Μόνο ένα τραγούδι έχει ακουστεί από αυτά τα demos το “All I am is blue” , το οποίο έπαιξε σε συναυλία του στο Μεξικό ο Flynn, με ένα από τα προσωπικά του project. Παρόλο τις ανάμικτες αντιδράσεις του κόσμου, το όνομα των νέων Deep Purple είχε κάνει αρκετό ντόρο. Αυτό όμως δεν τους βγήκε σε καλό, διότι ο θόρυβος γύρο από το όνομα τους έφτασε και στα αυτιά των υπόλοιπων αυθεντικών Deep Purple καθώς και του επίσημου management τους στην Αγγλία. Εννοείτε πως οι διαδικασίες για δικαστικές διώξεις άρχισαν άμεσα. Το αποτέλεσμα ήταν το αναμενόμενο. Όσο και αν προσπάθησαν ο Evans και οι υπόλοιποι να σώσουν τη κατάσταση, ήταν μάταιο. Οι αυθεντικοί Deep Purple κέρδισαν την υπόθεση και ο μεγάλος χαμένος στην όλη υπόθεση ήταν ο Evans που αναγκάστηκε να κάνει συμφωνία για την αποζημίωση, χάνοντας τα έσοδα από τα πνευματικά των τριών πρώτων δίσκων του συγκροτήματος, όπου συμμετείχε σαν μέλος. Από τότε τα ίχνη του Evans αγνοούνται και ακούγονται μόνο φήμες για τη τωρινή του κατάσταση. Μόνο ο κιθαρίστας των Captain Beyond είχε πει ότι είχε έρθει σε επαφή μαζί του πριν από μερικά χρόνια, αλλά ο Evans δεν ήθελα να ασχοληθεί πάλι με τη μουσική. Δεν παρουσιάστηκε καν για να πάρει το βραβείο του, όταν οι Deep Purple βραβεύτηκαν για τη συνεισφορά τους στη μουσική. Τα υπόλοιπα μέλη των ψευτο Deep Purple ασχολήθηκαν με άλλα project και συνεχίζουν μέχρι σήμερα, αλλά με λιγότερη αναγνώριση. Η περίπτωση των ψευτο Deep Purple σίγουρα είναι μια κλασσική περίπτωση απάτης. Προσωπικά πιστεύω ότι το όλο επιχείρημα καταστράφηκε από τη προχειρότητα, την αφέλεια και την δημιουργία εύκολων λύσεων, των μελών τους. Θα μπορούσαν απλά να κάνουν μια tribute μπάντα στους Deep Purple , με ένα άλλο όνομα (π.χ. Shades of Deep Purple) και να είχαν κάνει επιτυχία. Το υπόβαθρο υπήρχε. Όλοι ήταν καλοί μουσικοί, οι Emery και Flynn γνωριμίες είχαν στην μουσική βιομηχανία, η επιστροφή του Evans θα είχε προκαλέσει από μόνη της ένα μικρό ντόρο, τραγούδια από την εποχή που ήταν στους Deep Purple υπήρχαν αρκετά και μάλιστα αρκετά γνωστά, που σε συνδυασμό με τα τραγούδια που είχε και από τους Captain Beyond θα αποτελούσαν ένα πολύ ωραίο setlist για αρχή , το οποίο εν συνεχεία θα εμπλουτιζόταν με δικά τους καινούργια κομμάτια και όλα αυτά σε συνδυασμό με τη διάλυση των Deep Purple που είχε γίνει πριν 4 χρόνια, με τους οπαδούς τους να θέλουν να ακούσουν κάτι από εκείνους ,έστω και αν είναι από άλλα project των μελών τους όπως πχ οι Rainbow, θα τους είχε οδηγήσει στη δημιουργία ενός πιθανώς επιτυχημένου και σίγουρα νόμιμου project. Βέβαια για τους συλλέκτες αποτελεί μια πολύ καλή υπόθεση για αναζήτηση σπάνιου υλικού και για τους οπαδούς των Deep Purple την χαρά να δουν την επανένωση του συγκροτήματος, μιας και αυτό το συμβάν βοήθησε τα μέλη της κλασσικής MK2 σύνθεσης να βρεθούν πάλι όλοι μαζί και να κτίσουν τα θεμέλια της επαναφοράς του συγκροτήματος, η οποία θα γίνει 4 χρόνια αργότερα. Για περισσότερο υλικό για αυτή την υπόθεση, δείτε εδώ, έχει γίνει εξαιρετική δουλειά.

Deep Purple - Το μυθικό project Green Bullfrog και η παράξενη ιστορία του "Jam Stew".

Η δεκαετία του 70 ήταν ίσως η καλύτερη για το rock, αλλά και γενικότερα για τη μουσική και ο λόγος είναι ότι τότε αναδείχθηκαν τα περισσότερα συγκροτήματα που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στον σκληρό ήχο και όχι μόνο. Οι Deep Purple σίγουρα ήταν από τους βασικές επιρροές των rock/metal συγκροτημάτων.

Η ιστορία τους, η οποία γράφεται ακόμα, είναι τεράστια και συνεχώς βγαίνουν καινούργιες πτυχές της κατά καιρούς. Τώρα που ταιριάζουν όλα αυτά με τους Green Bullfrog που οι περισσότεροι αγνοούν την ύπαρξη τους? Είναι απλό… σε αυτούς συμμετέχουν δύο βασικά μέλη τους, ο Ritchie Blackmore και ο Ian Paice. Το συγκεκριμένο project ξεκίνησε σαν ιδέα του μουσικού παραγωγού Derek Lawrence ο οποίος ήθελε να συνεργαστεί με τον μπασίστα Tony Dangerfield των Screaming Lord Sutch και να κάνουν ένα δίσκο οι δύο τους. Τελικά δεν πέτυχε η ιδέα τους και αποφάσισαν να πάρουν session μουσικούς για να ολοκληρωθεί. Ο Lawrence κάλεσε τον Blackmore ο οποίος με τη σειρά του κάλεσε τον Paice. Υπήρχε μία φήμη ότι συμμετείχε και ο Roger Glover, αλλά αυτό δεν ισχύει. Το επιχείρημα ολοκληρώθηκε και με άλλους μουσικούς όπως Jim Sullivan, Albert Lee, Tony Ashton. Όλοι τους είχαν ψευδώνυμα, τα οποία βγήκαν από κάποιο χαρακτηριστικό των μελών, κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων. Για παράδειγμα ο Blackmore γράφτηκε στα credits σαν Boots, λόγω των καουμπόικων μποτών που φορούσε και ο Paice σε Speedy, λόγω του πολύ γρήγορου παιξίματος του. Δεν χρησιμοποιήθηκαν τα κανονικά ονόματα των καλλιτεχνών, γιατί όλοι είχαν συμβόλαια με άλλες δισκογραφικές εταιρείες. Επίσης οι συμμετέχοντες συμφώνησαν να βρεθούν όλοι μαζί, γιατί όλοι είχαν πολύ βαρύ πρόγραμμα.

Οι ηχογραφήσεις του δίσκου ολοκληρώθηκαν μέσα σε δύο ήμερες, τον Απρίλιο και τον Μάιο του 1970. Τον Ιανουάριο του 1971 έγιναν οι τελευταίες προσθήκες και όλα ήταν έτοιμα. Την παραγωγή του δίσκου την ανέλαβε ο Lawrence και μηχανικός ήχου ήταν ο Martin Birch. Ο δίσκος κυκλοφόρησε το ίδιο έτος. Παρόλο το εντυπωσιακό επιτελείο συντελεστών που πλαισιώνει το δίσκο, δεν είχε σχεδόν καθόλου απήχηση και χάθηκε τότε, μαζί με άλλους αφανείς ήρωες της εποχής του. Ίσως φταίει η έλλειψη προώθησης της δισκογραφικής λόγω διαφόρων θεμάτων που προέκυψαν μεταξύ της και του Lawrence, ίσως ότι δεν γράφτηκαν ξεκάθαρα τα ονόματα των μουσικών που συμμετείχαν και λόγω του τεράστιου αριθμου σπουδαίων κυκλοφοριών που υπήρχαν τη συγκεκριμένη εποχή,το όλο επιχείρημα πήγε άπατο.

Το 1980 κυκλοφόρησε ξανά και αυτοί τη φορά είχε μια συνέντευξη του Blackmore από το περιοδικό Guitar Player που ανάφερε μερικά στοιχεία για το project. Εκεί άρχισε να αναγνωρίζεται λίγο καλύτερα το όλο έργο. Τη μεγάλη αναγνώριση τη πήρε το 1991,αν και δύσκολη εποχή για το rock τότε, όταν o Lawrence του έκανε remix του μαζί με τον Peter Vince το κυκλοφόρησαν ξανά με επιπλέον κομμάτια,με καλύτερο ήχο και με τα σωστά ονόματα των συμμετεχόντων. Περισσότερες πληροφορίες για αυτόν τον σπουδαίο δίσκο θα βρείτε στο φοβερό αφιέρωμα εδώ.

1971 15237813971 ed3226c425 b 768x764

 Τώρα που κολλάει το “Jam Stew”(ή αλλιώς John’s Stew) των Deep Purple. Για τους φανατικούς ακροατές τους έχει άμεση σχέση, για τους υπόλοιπους που πιθανόν να αγνοούν ακόμα και την ύπαρξη του εν λόγο κομματιού, πουθενά πέρα του ότι δύο από τα μέλη τους συμμετείχαν στο Green Bullfrog project. To “Jam Stew” έγινε ευρέως γνωστό κυρίως από την anniversary έκδοση του “In Rock” τη δεκαετία του 90. Εκεί ακούμε σχεδόν ένα τρίλεπτο instrumental κομμάτι, με αρκετά γρήγορο tempo και με πολύ ωραία μέρη κιθάρας. Όχι όμως κάτι ιδιαίτερο μουσικά σε σχέση με τα υπόλοιπα κομμάτια του θρυλικού αυτού δίσκου. Για τους γνώστες όμως δεν είναι απλά ένα κομμάτι. Το “Jam Stew” πρώτη φορά ακούστηκε το στο BBC to 1969 και είχε κάποια αυτοσχέδια φωνητικά και ήταν μεγαλύτερο σε διάρκεια.

Το 1970 εμφανίζεται ένα κομμάτι instrumental, πάλι στο BBC, το οποίο ονομάζεται “Grabsplatter” και μοιάζει πολύ στο “Jam Stew”. To 1971 κυκλοφορεί το τραγούδι “I’m alone” σαν b-side του “Strange kind of woman” από το “Fireball”. To συγκεκριμένο κομμάτι βασίζεται επίσης στο “Jam Stew”. Επίσης στην επανέκδοση του “Fireball” τη δεκαετία του 90, υπάρχει ένα τραγούδι που λέγεται “Slow Train” που είναι επίσης παρόμοιο. Ωραία που ταιριάζουν όλα αυτά με το “Green Bullfrog”. Είναι απλό. Το κομμάτι “Bullfrog” του δίσκου είναι ένα instrumental που βασίζεται και αυτό στη μουσική του “Jam Stew”. Όταν έπαιξε το συγκεκριμένο riff ο Blackmore μπροστά στους Sullivan και Lee, τους άρεσε και αποφάσισαν να συμμετέχουν. Αξίζει να σημειωθεί ότι και το κομμάτι “Makin’ Time” του δίσκου αυτού, ήταν βασισμένο σε μια ιδέα του Lawrence και του Blackmore που την είχαν από το ξεκίνημα των Deep Purple.

Εν κατακλείδι, για άλλη μια φορά βλέπουμε τη μουσική ευφυΐα του Ritchie Blackmore, όπου με το riff και τη βασική δομή ενός κομματιού, δεν δημιουργεί άλλο ένα αλλά στο σύνολο τους πέντε κομμάτια, τα οποία έχουν αρκετά κοινά χαρακτηριστικά, αλλά ακούγονται το ίδιο ευχάριστα. Τη τακτική αυτή την είχε κάνει πάλι με άλλα τραγούδια όπως το “One man’s meat”(αρχική ονομασία “Stroke of midnight”) από το “The Battle Rages On” των Deep Purple που κυκλοφόρησε το 1993 και είχε παρόμοιο riff με το “L.A. Connection” των Rainbow που κυκλοφόρησε το 1978. Η τεχνική της επαναχρησιμοποίησης ιδεών έχει χρησιμοποιηθεί πολλές φορές από πολλούς μουσικούς, αλλά δεν είχε πάντα την ίδια επιτυχία. Για περισσότερα σχετικά με το “Jam Stew” δείτε το παρακάτω πολύ ωραίο αφιέρωμα.

 

25 ΕΞΩΦΥΛΛΑ HEAVY METAL ΔΙΣΚΩΝ ΠΟΥ ΑΠΑΓΟΡΕΥΤΗΚΑΝ

Περισσότερα...